Επαναφέρουν τον φόρο στις συναλλαγές
Στελέχη με γνώση των συζητήσεων υποστηρίζουν ότι οι επικεφαλής των θεσμών θα επιστρέψουν πιθανότατα μετά το Πάσχα των Καθολικών, σηματοδοτώντας ότι δύσκολα θα επέλθει συμφωνία τις επόμενες ημέρες |
Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων έβαλε εκ νέου η
κυβέρνηση το μέτρο της επιβολής ενός τέλους-φόρου επί των τραπεζικών
συναλλαγών, στην προσπάθειά της να καλύψει μέρος του δημοσιονομικού
κενού που υπάρχει έως το 2018. Ωστόσο, στο μέτρο αυτό έχουν ήδη εκφράσει
την αντίρρησή τους οι εκπρόσωποι της τρόικας, ενώ αντιδράσεις υπάρχουν
και στο εσωτερικό της χώρας, καθώς αρκετοί θεωρούν ότι δεν είναι τώρα η
κατάλληλη στιγμή για να εφαρμοστεί ένα τέτοιο μέτρο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στις συζητήσεις των προηγούμενων ημερών μεταξύ οικονομικού επιτελείου και δανειστών για το πώς θα καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό έως το 2018, το οικονομικό επιτελείο πρότεινε να επιβληθεί φόρος στις τραπεζικές συναλλαγές. Πρόκειται για μέτρο που είχε συζητηθεί και παλαιότερα και είχε απορριφθεί. Αυτή τη στιγμή, η Αθήνα καλείται να εντοπίσει μέτρα της τάξης του 3% του ΑΕΠ ή των περίπου 5,5 δισ. ευρώ έως το 2018. Το ποσό αυτό θα πρέπει να προέλθει κατά:
• 1% του ΑΕΠ (περίπου 1,8 δισ. ευρώ) από τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού.
• 1% του ΑΕΠ από τις αλλαγές στη φορολογία εισοδημάτων.
• 1% από άλλες παρεμβάσεις που χαρακτηρίζονται «μη παραμετρικές».
Στο πλαίσιο του προσδιορισμού των μη παραμετρικών μέτρων, η κυβέρνηση πρότεινε την επιβολή του τέλους επί των τραπεζικών συναλλαγών. Οπως αναφέρουν στελέχη με γνώση των διαπραγματεύσεων, για να καλυφθεί το 1% των μη παραμετρικών μέτρων, η κυβέρνηση δεν έχει πολλές επιλογές. Γι’ αυτό και επανέφερε την πρόταση για την επιβολή του φόρου στις τραπεζικές συναλλαγές.
Ωστόσο, η πρόταση αυτή δεν έγινε αποδεκτή από τους εκπροσώπους της τρόικας. Θεωρούν ότι στην παρούσα –τουλάχιστον– συγκυρία μια τέτοια κίνηση θα έβλαπτε το τραπεζικό σύστημα, την ώρα που μόλις έχει ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Παράλληλα, παράγοντες που γνωρίζουν τις συζητήσεις των δύο πλευρών αναφέρουν ότι, για να εφαρμοστεί ένα τέτοιο μέτρο χωρίς να υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις, θα πρέπει να συνδεθεί με τις ηλεκτρονικές πληρωμές. Δηλαδή, να μην αφορά τις συναλλαγές που γίνονται με πλαστικό χρήμα ή ηλεκτρονικό τρόπο, αλλά να επιβάλλεται μόνο σε εκείνες που πραγματοποιούνται με φυσικό χρήμα. Και αυτό για να λειτουργήσει ως κίνητρο χρήσης του πλαστικού χρήματος κυρίως και όχι για εισπρακτικούς λόγους.
Κάτι τέτοιο, όμως, απαιτεί χρόνο, καθώς ακόμα δεν έχει αναπτυχθεί το σύστημα ηλεκτρονικών πληρωμών. Από την άλλη πλευρά, αποτελεί ένα «σίγουρο» μέτρο, υπό την έννοια ότι θα αποδώσει στα κρατικά ταμεία τα έσοδα που θα προβλεφθούν και κατ’ επέκταση θα μπορέσει με αξιόπιστο τρόπο να καλύψει το δημοσιονομικό κενό που υπάρχει. Πέραν αυτών, στο μέτωπο της φορολογίας, κυβέρνηση και δανειστές συνεχίζουν να έχουν μια διαφορά της τάξης των 250-300 εκατ. ευρώ. Οι ελληνικές προτάσεις για τις αλλαγές στη φορολογία εισοδήματος αποφέρουν στον κρατικό προϋπολογισμό περί τα 600-650 εκατ. ευρώ, ενώ η πρόταση της τρόικας διασφαλίζει έσοδα της τάξης των 900 εκατ. ευρώ. Σήμερα, οι δύο πλευρές έχουν νέα συνάντηση για το θέμα της κάλυψης του δημοσιονομικού κενού και κυρίως για τα νέα φορολογικά μέτρα που θα πρέπει να αποφασιστούν.
Ταμείο αποκρατικοποιήσεων
Χθες πραγματοποιήθηκε πολύωρη σύσκεψη μεταξύ του υπουργού Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτου και των επικεφαλής της τρόικας για το νέο ταμείο αποκρατικοποιήσεων. Σύμφωνα με πληροφορίες, «αγκάθι» είναι το πώς θα αξιοποιηθεί η ακίνητη περιουσία του Δημοσίου και οι ΔΕΚΟ, ενώ οι δανειστές φέρεται να ζήτησαν αλλαγές σε σχέση με τη συμφωνία του Δεκεμβρίου στη δομή του εποπτικού συμβουλίου του νέου Ταμείου και στον τρόπο διοίκησής του (η συμφωνία προέβλεπε ένα 5μελες εποπτικό συμβούλιο, εκ των οποίων τα 3 μέλη θα ορίζονται από την ελληνική πλευρά και τα άλλα 2 από τους δανειστές, περιλαμβανομένου και του προέδρου). Πάντως, από το οικονομικό επιτελείο ξεκαθάριζαν χθες ότι η ιδιοκτησία του νέου Ταμείου και η διοίκησή του θα είναι ελληνική.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στις συζητήσεις των προηγούμενων ημερών μεταξύ οικονομικού επιτελείου και δανειστών για το πώς θα καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό έως το 2018, το οικονομικό επιτελείο πρότεινε να επιβληθεί φόρος στις τραπεζικές συναλλαγές. Πρόκειται για μέτρο που είχε συζητηθεί και παλαιότερα και είχε απορριφθεί. Αυτή τη στιγμή, η Αθήνα καλείται να εντοπίσει μέτρα της τάξης του 3% του ΑΕΠ ή των περίπου 5,5 δισ. ευρώ έως το 2018. Το ποσό αυτό θα πρέπει να προέλθει κατά:
• 1% του ΑΕΠ (περίπου 1,8 δισ. ευρώ) από τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού.
• 1% του ΑΕΠ από τις αλλαγές στη φορολογία εισοδημάτων.
• 1% από άλλες παρεμβάσεις που χαρακτηρίζονται «μη παραμετρικές».
Στο πλαίσιο του προσδιορισμού των μη παραμετρικών μέτρων, η κυβέρνηση πρότεινε την επιβολή του τέλους επί των τραπεζικών συναλλαγών. Οπως αναφέρουν στελέχη με γνώση των διαπραγματεύσεων, για να καλυφθεί το 1% των μη παραμετρικών μέτρων, η κυβέρνηση δεν έχει πολλές επιλογές. Γι’ αυτό και επανέφερε την πρόταση για την επιβολή του φόρου στις τραπεζικές συναλλαγές.
Ωστόσο, η πρόταση αυτή δεν έγινε αποδεκτή από τους εκπροσώπους της τρόικας. Θεωρούν ότι στην παρούσα –τουλάχιστον– συγκυρία μια τέτοια κίνηση θα έβλαπτε το τραπεζικό σύστημα, την ώρα που μόλις έχει ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Παράλληλα, παράγοντες που γνωρίζουν τις συζητήσεις των δύο πλευρών αναφέρουν ότι, για να εφαρμοστεί ένα τέτοιο μέτρο χωρίς να υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις, θα πρέπει να συνδεθεί με τις ηλεκτρονικές πληρωμές. Δηλαδή, να μην αφορά τις συναλλαγές που γίνονται με πλαστικό χρήμα ή ηλεκτρονικό τρόπο, αλλά να επιβάλλεται μόνο σε εκείνες που πραγματοποιούνται με φυσικό χρήμα. Και αυτό για να λειτουργήσει ως κίνητρο χρήσης του πλαστικού χρήματος κυρίως και όχι για εισπρακτικούς λόγους.
Κάτι τέτοιο, όμως, απαιτεί χρόνο, καθώς ακόμα δεν έχει αναπτυχθεί το σύστημα ηλεκτρονικών πληρωμών. Από την άλλη πλευρά, αποτελεί ένα «σίγουρο» μέτρο, υπό την έννοια ότι θα αποδώσει στα κρατικά ταμεία τα έσοδα που θα προβλεφθούν και κατ’ επέκταση θα μπορέσει με αξιόπιστο τρόπο να καλύψει το δημοσιονομικό κενό που υπάρχει. Πέραν αυτών, στο μέτωπο της φορολογίας, κυβέρνηση και δανειστές συνεχίζουν να έχουν μια διαφορά της τάξης των 250-300 εκατ. ευρώ. Οι ελληνικές προτάσεις για τις αλλαγές στη φορολογία εισοδήματος αποφέρουν στον κρατικό προϋπολογισμό περί τα 600-650 εκατ. ευρώ, ενώ η πρόταση της τρόικας διασφαλίζει έσοδα της τάξης των 900 εκατ. ευρώ. Σήμερα, οι δύο πλευρές έχουν νέα συνάντηση για το θέμα της κάλυψης του δημοσιονομικού κενού και κυρίως για τα νέα φορολογικά μέτρα που θα πρέπει να αποφασιστούν.
Ταμείο αποκρατικοποιήσεων
Χθες πραγματοποιήθηκε πολύωρη σύσκεψη μεταξύ του υπουργού Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτου και των επικεφαλής της τρόικας για το νέο ταμείο αποκρατικοποιήσεων. Σύμφωνα με πληροφορίες, «αγκάθι» είναι το πώς θα αξιοποιηθεί η ακίνητη περιουσία του Δημοσίου και οι ΔΕΚΟ, ενώ οι δανειστές φέρεται να ζήτησαν αλλαγές σε σχέση με τη συμφωνία του Δεκεμβρίου στη δομή του εποπτικού συμβουλίου του νέου Ταμείου και στον τρόπο διοίκησής του (η συμφωνία προέβλεπε ένα 5μελες εποπτικό συμβούλιο, εκ των οποίων τα 3 μέλη θα ορίζονται από την ελληνική πλευρά και τα άλλα 2 από τους δανειστές, περιλαμβανομένου και του προέδρου). Πάντως, από το οικονομικό επιτελείο ξεκαθάριζαν χθες ότι η ιδιοκτησία του νέου Ταμείου και η διοίκησή του θα είναι ελληνική.
www.kathimerini.gr
Επαναφέρουν τον φόρο στις συναλλαγές
Reviewed by Σπύρος Μέγγουλης
on
1:26 μ.μ.
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: