200 εκατ. ευρώ για επενδύσεις παραμένουν παγωμένα
200 εκατ. ευρώ που θέλουν να ρίξουν στον ελληνικό τουρισμό η
αμερικανική NCH Capital και η Dimera του κ. Ιβάν Σαββίδη περιμένουν
ακόμη στην ουρά τις υπηρεσίες του Ελληνικού Δημοσίου ώστε να προωθηθούν
οι αδειοδοτικές διαδικασίες για τις δύο τουριστικές επενδύσεις σε
Κέρκυρα και Χαλκιδική, οι οποίες έχουν δρομολογηθεί ήδη από το 2012 μέσω
του Ταμείου Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ).
Οι επενδυτές ανέμεναν ότι τα πράγματα και οι διαδικασίες με το Ελληνικό Δημόσιο θα ήταν πιο εύκολα, στην πορεία ωστόσο οι καθυστερήσεις τούς προσγείωσαν στην ελληνική πραγματικότητα. Με βάση πλέον τα τωρινά δεδομένα, αμφότεροι οι επενδυτές, όπως επισημαίνουν οι εκπρόσωποί τους στο «business stories», ελπίζουν μέσα στο επόμενο έτος να εξασφαλίσουν τις απαραίτητες εγκρίσεις ώστε σε μία τριετία από σήμερα οι δύο νέες πεντάστερες μονάδες στην Κασσιόπη της Κέρκυρας και στο «Ξενία» Παλιουρίου της Χαλκιδικής, όπου μάλιστα θα στεγαστεί και ένα από τα πλέον πολυτελή θέρετρα υγείας και ευεξίας (health resorts) της Ευρώπης, να είναι σε λειτουργία αναβαθμίζοντας περαιτέρω το ελληνικό τουριστικό προϊόν.
Ενθαρρυντικό στοιχείο και ενδεικτικό των προοπτικών του ελληνικού τουρισμού αποτελεί το γεγονός ότι τόσο η NCH Capital όσο και η Dimera ενδιαφέρονται και για νέα projects στην ελληνική αγορά, με την πρώτη να πραγματοποιεί, σύμφωνα με πληροφορίες, ήδη επαφές για τη συμμετοχή της σε νέο έργο που θα περιλαμβάνει ξενοδοχειακή μονάδα και κατοικίες -αυτή τη φορά όμως εκτός διαδικασιών ΤΑΙΠΕΔ- και τον όμιλο Σαββίδη να έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για μεγάλες τουριστικές επενδύσεις άνω των 50 εκατ. ευρώ.
Το νέο health resort
«Η επένδυση στο Παλιούρι αφορά ένα μοναδικό health resort για την Ελλάδα. Δεδομένου μάλιστα ότι πρόκειται για κάτι καινούριο, η διαδικασία των αδειοδοτήσεων είναι αρκετά χρονοβόρα», αναφέρει στο «b.s.» ο κ. Αρτούρ Νταβιντιάν, διευθύνων σύμβουλος της Dimera, η οποία διαχειρίζεται τις επενδύσεις του ομογενούς Ιβάν Σαββίδη σε Ελλάδα και Βαλκάνια στους τομείς των υποδομών, της φιλοξενίας και των τροφίμων. Ειδικά στον κλάδο της φιλοξενίας, ο όμιλος έχει στην ομπρέλα του το «Μakedonia Palace» στη Θεσσαλονίκη, ενώ πλέον έχει αναλάβει και το έργο για την αξιοποίηση της έκτασης του Παλιουρίου. Ο κ. Νταβιντιάν ήρθε από τη Ρωσία στη χώρα μας το 2014 προκειμένου να αναλάβει τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας.
«Με τα σημερινά δεδομένα, ελπίζουμε εντός του 2017 να ξεκινήσουμε τις κατασκευαστικές εργασίες. Οσον αφορά τον προϋπολογισμό του έργου, αυτός θα οριστικοποιηθεί εντός του 2016. Θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα μοναδικό health resort στην Ελλάδα και επίσης έναν μοναδικό προορισμό στην Ευρώπη σε αυτού του είδους τον τουρισμό, ο οποίος έχει το πλεονέκτημα ότι παρατείνει την περίοδο διαμονής στον προορισμό. Αυτή τη στιγμή αντίστοιχα resorts υπάρχουν κυρίως σε ορεινούς προορισμούς, π.χ. στη Γερμανία, την Αυστρία κ.α. Εμείς θα δημιουργήσουμε ένα resort δίπλα στη θάλασσα και στόχος μας είναι να προσελκύσουμε οικογένειες και τουρίστες όλων των ηλικιών οι οποίοι δίνουν αξία στην υγεία τους».
Ο αρχικός προϋπολογισμός της επένδυσης αφορούσε κεφάλαια περί τα 80 εκατ. ευρώ από τον όμιλο Σαββίδη, ο οποίος ήταν και ο μοναδικός επενδυτής που κατέθεσε τελικά προσφορά, ύψους 14 εκατ. ευρώ, στον διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ για την αξιοποίηση συνολικής επιφάνειας περίπου 322 στρεμμάτων του ακινήτου στην περιοχή του Παλιουρίου, σε ένα σύνολο δημόσιας έκτασης άνω των 2.000 στρεμμάτων. Τα κεφάλαια της επένδυσης αφορούν στην ανάπτυξη κατοικιών και ξενοδοχειακών υποδομών, μεταξύ των οποίων και η ανακαίνιση και λειτουργία του «Ξενία» Παλιουρίου, που παραχωρείται για 99 έτη στον επενδυτή.
Σημειωτέον ότι έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο σύγχρονης αρχιτεκτονικής και παραμένει κενό εδώ και 20 χρόνια, έχοντας υποστεί ουκ ολίγους βανδαλισμούς. Οσοι διαγωνισμοί είχαν πραγματοποιηθεί τις δύο προηγούμενες δεκαετίες είχαν καταλήξει άγονοι, ενώ στο κενό είχαν πέσει και οι -κατά καιρούς- προτάσεις αξιοποίησης.
Από τη στιγμή, πάντως, που δόθηκαν τα χέρια μεταξύ ΤΑΙΠΕΔ και επενδυτή άρχισαν οι πρώτες εμπλοκές, αρχικά με το Ελεγκτικό Συνέδριο (που μπλόκαρε τη διαδικασία και έδωσε το πράσινο φώς λίγο αργότερα μετά από σχετικές τροποποιήσεις σε τεχνικά ζητήματα από το ΤΑΙΠΕΔ) και εν συνεχεία με το θέμα των αδειοδοτήσεων, οι οποίες παρουσιάζουν καθυστερήσεις.
Ο κ. Νταβιντιάν όταν κλήθηκε να σχολιάσει την ελληνική πραγματικότητα στο συνέδριο Equity Investment Forum, που διοργάνωσαν την περασμένη εβδομάδα το Χρηματιστήριο Αθηνών, το Enterprise Greece, η Ενωση Ελληνικών Εταιρειών Επιχειρηματικών Κεφαλαίων (HVCA), το Ταμείο Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας (TANEO Α.Ε.) και το Δίκτυο ΠΡΑΞΗ, συντονιστής του Enterprise Europe Network – Hellas, ανέφερε χαρακτηριστικά:
«Δεν έχουμε κάνει πολύ μεγάλες επενδύσεις στην Ελλάδα γιατί είμαστε ακόμη στο στάδιο όπου… προσπαθούμε να επενδύσουμε! Οι κλάδοι των υποδομών και του τουρισμού είναι αυτοί που μας ενδιαφέρουν περισσότερο στη χώρα, ωστόσο ειδικά για το κομμάτι του τουρισμού το μεγαλύτερο ζήτημα που αντιμετωπίζουμε, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, είναι η έλλειψη projects, ιδιαίτερα για τις περιπτώσεις που κυνηγάμε εμείς και είναι άνω των 50 εκατ. ευρώ. Στην Ελλάδα της κρίσης, θεωρητικά όλα πωλούνται και τίποτα τελικά δεν πωλείται γιατί οι τιμές είναι πολύ υψηλές. Ο ιδανικός επενδυτής για τον Ελληνα ξενοδόχο είναι κάποιος που έρχεται, δίνει πολλά λεφτά και παίρνει μόνο το 25% της εταιρείας!».
Η επένδυση στην Κασσιόπη
Την ελληνική πραγματικότητα σχολίασε στο ίδιο συνέδριο και ο κ. Ανδρέας Σάντης, επικεφαλής της NCH Capital, με περιοχή ευθύνης την Ελλάδα και τα Δυτικά Βαλκάνια. H ΝCH ιδρύθηκε το 1993 στη Νέα Υόρκη και επενδύει στο real estate, στην πρωτογενή παραγωγή και το private equity.
«Είναι χιλιοειπωμένο, αλλά παραμένει τελικά πολύ σημαντικό για έναν επενδυτή: πέρα από ένα οικονομικά και επενδυτικά ασφαλές περιβάλλον και ένα σταθερό φορολογικό σύστημα, στοιχεία που είναι απαραίτητα, θα πρέπει η Ελλάδα να ξεφύγει από τα «θα» και να μπει στο στάδιο της υλοποίησης. Ο επενδυτής δεν θα πρέπει να στηρίζεται στο ποιον ξέρει και πόσο καλά τον ξέρει, αλλά να μπορεί να έχει ένα σταθερό χρονοδιάγραμμα το οποίο θα γνωρίζει ότι είναι σε θέση να τηρήσει. Οταν το 2012 η NCH αποφάσισε να επενδύσει στην Ελλάδα, πολλοί θεώρησαν ότι τη δεδομένη συγκυρία ήταν μια τρέλα, ωστόσο η απόφαση ελήφθη με το σκεπτικό ότι η χώρα είναι ένας ιδιαίτερα ελκυστικός προορισμός ειδικά για τον τουριστικό τομέα. Θεωρούσαμε ότι η επένδυση στην Κασσιόπη θα μπορούσε να προχωρήσει γρήγορα γιατί δεν χρειαζόμαστε τραπεζική χρηματοδότηση, ωστόσο ακόμη περιμένουμε. Χωρίς άμεσες ξένες επενδύσεις δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη. Η NCH αποφάσισε να ακολουθήσει τις διαδικασίες του ΤΑΙΠΕΔ, θεωρώντας ότι θα ήταν πιο ασφαλής η επένδυση και σαφώς πιο γρήγορη η αδειοδότηση του έργου ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες», ανέφερε ο κ. Σάντης.
Αυτό, ωστόσο, στη συνέχεια διαψεύστηκε αν ληφθούν υπόψη τα προσκόμματα που αντιμετώπισε ο όμιλος με προσφυγές κατά της ιδιωτικοποίησης φορέων της Κέρκυρας στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπου υποστήριζαν ότι τμήματα της έκτασης αποτελούσαν αιγιαλό και δάσος, με αντιδράσεις περιβαλλοντικών παραγόντων και επίσης προσφυγές που ανέφεραν ότι στην περιοχή βρίσκουν καταφύγιο σπάνια είδη και κινδυνεύει το οικοσύστημα.
Τέλος, υπήρξαν φωνές που έθεταν θέμα εθνικής ασφάλειας για τη μετεγκατάσταση του ναυτικού οχυρού από το επίμαχο ακίνητο κ.ά.
Η κατάσταση που αντιμετώπισαν οι επενδυτές εν προκειμένω δικαιολογεί πλήρως την άποψη ότι τα δημόσια ακίνητα θα πρέπει να παραδίδονται «καθαρά», κάτι το οποίο δεν έχουν πάψει να προτάσσουν όλα αυτά τα χρόνια προς όλες τις κατευθύνσεις στελέχη των κλάδων των ακινήτων και του τουρισμού. Την ίδια άποψη διατύπωσε μόλις την περασμένη εβδομάδα και ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ Στέργιος Πιτσιόρλας. «Θα ήταν μεγάλη τομή αν το νέο Υπερταμείο που περιλαμβάνεται στις υποχρεώσεις της ελληνικής κυβέρνησης για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, όπως προβλέπει η συμφωνία με τους εταίρους, μπορούσε να βγάλει προς τα έξω πλήρως αδειοδοτημένα έργα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ.
Μετά το πράσινο φως από το ΣτΕ, η επένδυση που, κατά τις εκτιμήσεις, μπορεί να φτάσει τα 120 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία, σε πρώτη φάση, πεντάστερης μονάδας και εν συνεχεία τουριστικών κατοικιών, βρίσκεται στο στάδιο των αδειοδοτήσεων. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΤΑΙΠΕΔ, η διαδικασία για την ολοκλήρωση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης θα προχωρήσει στο προσεχές διάστημα μέσω του Κεντρικού Συμβουλίου Διοίκησης για την Αξιοποίηση της Δημόσιας Περιουσίας.
«Με βάση τα σημερινά δεδομένα και αν ολοκληρωθούν οι αδειοδοτικές διαδικασίες, όπως υπολογίζουμε, θεωρούμε ότι η πρώτη φάση του έργου, που περιλαμβάνει το ξενοδοχείο και τις βασικές υποδομές, θα μπορούσε να λειτουργήσει το 2018 και η δεύτερη φάση -με τις κατοικίες- να ολοκληρωθεί στη συνέχεια εντός διετίας. Αυτό το οποίο θέλουμε να υπογραμμίσουμε είναι ότι η πρότασή μας θα αναβαθμίσει περαιτέρω το τουριστικό προϊόν της Κέρκυρας και θέλουμε να έχουμε μαζί και τους τοπικούς φορείς», αναφέρει στο «b.s.» ο κ. Σάντης.
Η ταλαιπωρία, πάντως, που έχει υποστεί η NCH Capital φαίνεται ότι δεν είναι αρκετή ώστε ο όμιλος, που διαχειρίζεται σήμερα πάνω από 3,4 δισ. δολάρια μέσω ενός δικτύου εννέα περιφερειακών γραφείων (εκτός των κεντρικών της Νέας Υόρκης), σε Ανατολική Ευρώπη, Ρωσία και Βραζιλία, να εγκαταλείψει την προσπάθεια να διεκδικήσει μεγαλύτερο μερίδιο στον κλάδο του τουρισμού στην Ελλάδα. Στο πλαίσιο αυτό, όπως πληροφορείται το «b.s.», πραγματοποιούνται συζητήσεις για ακόμη ένα έργο με μεικτή τουριστική χρήση -ξενοδοχείο και οικιστικό κομμάτι (όχι πάντως από τα ακίνητα του Δημοσίου που διαχειρίζεται το ΤΑΙΠΕΔ) – ενώ ο όμιλος φαίνεται να παρακολουθεί στενά και την ανοδική πορεία του τουρισμού της Αθήνας.
Σημειωτέον ότι ειδικά στο κομμάτι του real estate, που αποτελεί βασικό τομέα δραστηριοποίησής της, η NCH Capital μέσω των funds που διαχειρίζεται έχει πάνω από 450.000 τ.μ. εμπορικών και οικιστικών χώρων και πάνω από 28 εκατομμυρίων τ.μ. γης προς ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, και συγκεκριμένα στην Ελλάδα, στην Αλβανία, στη Βουλγαρία, στην Κροατία, στη Λετονία, στη Μολδαβία, στο Μαυροβούνιο, στη Ρουμανία, στη Σερβία και την Ουκρανία. Για τη χώρα μας, εκτός του τουριστικού κλάδου, στο πεδίο του επενδυτικού ενδιαφέροντος του ομίλου εντάσσεται και ο χρηματοοικονομικός κλάδος.
Στην Κέρκυρα, η συνολική έκταση του ακινήτου που παραχωρήθηκε για περίοδο 99 ετών στην NCH μέσω του ΤΑΙΠΕΔ, με οικονομικό αντάλλαγμα 23 εκατ. ευρώ, είναι περίπου 490 στρέμματα. Από το σύνολο της έκτασης πάνω από τη μισή αποτελεί ιδιωτική δασική έκταση, ενώ υπάρχει και μια μικρή φυσική λίμνη. Το ακίνητο έχει μια ακτογραμμή μήκους περίπου 725 μέτρων, ενώ η δόμηση που προβλέπεται με βάση τη στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων αφορά το 7% του ακινήτου.
ΠΑΛΙΟΥΡΙ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ
Η επένδυση στο Παλιούρι της Dimera Group, του ομίλου του Ιβάν Σαββίδη, αφορά τη δημιουργία ενός μοναδικού για την Ελλάδα health resort. Ο αρχικός προϋπολογισμός ήταν 80 εκατ. ευρώ και αφορούσε την αξιοποίηση 322 στρεμμάτων σε ένα σύνολο δημόσιας έκτασης άνω των 2.000 στρεμμάτων. Τα κεφάλαια της επένδυσης αφορούν στην ανάπτυξη κατοικιών και ξενοδοχειακών υποδομών, μεταξύ των οποίων και η ανακαίνιση και λειτουργία του «Ξενία» Παλιουρίου, που παραχωρείται για 99 έτη
στον επενδυτή.
ΚΑΣΣΙΟΠΗ ΚΕΡΚΥΡΑΣ
Η επένδυση, που μπορεί να φτάσει τα 120 εκατ. ευρώ, περιλαμβάνει τη δημιουργία πεντάστερης μονάδας και εν συνεχεία τουριστικών κατοικιών. Η συνολική έκταση του ακινήτου που παραχωρήθηκε για περίοδο 99 ετών στην NCH μέσω του ΤΑΙΠΕΔ, με οικονομικό αντάλλαγμα 23 εκατ. ευρώ, είναι περίπου 490 στρέμματα. Από αυτά, πάνω από τα μισά είναι ιδιωτική δασική έκταση, ενώ υπάρχει και μια μικρή φυσική λίμνη.
www.toxrima.gr
Οι επενδυτές ανέμεναν ότι τα πράγματα και οι διαδικασίες με το Ελληνικό Δημόσιο θα ήταν πιο εύκολα, στην πορεία ωστόσο οι καθυστερήσεις τούς προσγείωσαν στην ελληνική πραγματικότητα. Με βάση πλέον τα τωρινά δεδομένα, αμφότεροι οι επενδυτές, όπως επισημαίνουν οι εκπρόσωποί τους στο «business stories», ελπίζουν μέσα στο επόμενο έτος να εξασφαλίσουν τις απαραίτητες εγκρίσεις ώστε σε μία τριετία από σήμερα οι δύο νέες πεντάστερες μονάδες στην Κασσιόπη της Κέρκυρας και στο «Ξενία» Παλιουρίου της Χαλκιδικής, όπου μάλιστα θα στεγαστεί και ένα από τα πλέον πολυτελή θέρετρα υγείας και ευεξίας (health resorts) της Ευρώπης, να είναι σε λειτουργία αναβαθμίζοντας περαιτέρω το ελληνικό τουριστικό προϊόν.
Ενθαρρυντικό στοιχείο και ενδεικτικό των προοπτικών του ελληνικού τουρισμού αποτελεί το γεγονός ότι τόσο η NCH Capital όσο και η Dimera ενδιαφέρονται και για νέα projects στην ελληνική αγορά, με την πρώτη να πραγματοποιεί, σύμφωνα με πληροφορίες, ήδη επαφές για τη συμμετοχή της σε νέο έργο που θα περιλαμβάνει ξενοδοχειακή μονάδα και κατοικίες -αυτή τη φορά όμως εκτός διαδικασιών ΤΑΙΠΕΔ- και τον όμιλο Σαββίδη να έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για μεγάλες τουριστικές επενδύσεις άνω των 50 εκατ. ευρώ.
Το νέο health resort
«Η επένδυση στο Παλιούρι αφορά ένα μοναδικό health resort για την Ελλάδα. Δεδομένου μάλιστα ότι πρόκειται για κάτι καινούριο, η διαδικασία των αδειοδοτήσεων είναι αρκετά χρονοβόρα», αναφέρει στο «b.s.» ο κ. Αρτούρ Νταβιντιάν, διευθύνων σύμβουλος της Dimera, η οποία διαχειρίζεται τις επενδύσεις του ομογενούς Ιβάν Σαββίδη σε Ελλάδα και Βαλκάνια στους τομείς των υποδομών, της φιλοξενίας και των τροφίμων. Ειδικά στον κλάδο της φιλοξενίας, ο όμιλος έχει στην ομπρέλα του το «Μakedonia Palace» στη Θεσσαλονίκη, ενώ πλέον έχει αναλάβει και το έργο για την αξιοποίηση της έκτασης του Παλιουρίου. Ο κ. Νταβιντιάν ήρθε από τη Ρωσία στη χώρα μας το 2014 προκειμένου να αναλάβει τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας.
«Με τα σημερινά δεδομένα, ελπίζουμε εντός του 2017 να ξεκινήσουμε τις κατασκευαστικές εργασίες. Οσον αφορά τον προϋπολογισμό του έργου, αυτός θα οριστικοποιηθεί εντός του 2016. Θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα μοναδικό health resort στην Ελλάδα και επίσης έναν μοναδικό προορισμό στην Ευρώπη σε αυτού του είδους τον τουρισμό, ο οποίος έχει το πλεονέκτημα ότι παρατείνει την περίοδο διαμονής στον προορισμό. Αυτή τη στιγμή αντίστοιχα resorts υπάρχουν κυρίως σε ορεινούς προορισμούς, π.χ. στη Γερμανία, την Αυστρία κ.α. Εμείς θα δημιουργήσουμε ένα resort δίπλα στη θάλασσα και στόχος μας είναι να προσελκύσουμε οικογένειες και τουρίστες όλων των ηλικιών οι οποίοι δίνουν αξία στην υγεία τους».
Ο αρχικός προϋπολογισμός της επένδυσης αφορούσε κεφάλαια περί τα 80 εκατ. ευρώ από τον όμιλο Σαββίδη, ο οποίος ήταν και ο μοναδικός επενδυτής που κατέθεσε τελικά προσφορά, ύψους 14 εκατ. ευρώ, στον διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ για την αξιοποίηση συνολικής επιφάνειας περίπου 322 στρεμμάτων του ακινήτου στην περιοχή του Παλιουρίου, σε ένα σύνολο δημόσιας έκτασης άνω των 2.000 στρεμμάτων. Τα κεφάλαια της επένδυσης αφορούν στην ανάπτυξη κατοικιών και ξενοδοχειακών υποδομών, μεταξύ των οποίων και η ανακαίνιση και λειτουργία του «Ξενία» Παλιουρίου, που παραχωρείται για 99 έτη στον επενδυτή.
Σημειωτέον ότι έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο σύγχρονης αρχιτεκτονικής και παραμένει κενό εδώ και 20 χρόνια, έχοντας υποστεί ουκ ολίγους βανδαλισμούς. Οσοι διαγωνισμοί είχαν πραγματοποιηθεί τις δύο προηγούμενες δεκαετίες είχαν καταλήξει άγονοι, ενώ στο κενό είχαν πέσει και οι -κατά καιρούς- προτάσεις αξιοποίησης.
Από τη στιγμή, πάντως, που δόθηκαν τα χέρια μεταξύ ΤΑΙΠΕΔ και επενδυτή άρχισαν οι πρώτες εμπλοκές, αρχικά με το Ελεγκτικό Συνέδριο (που μπλόκαρε τη διαδικασία και έδωσε το πράσινο φώς λίγο αργότερα μετά από σχετικές τροποποιήσεις σε τεχνικά ζητήματα από το ΤΑΙΠΕΔ) και εν συνεχεία με το θέμα των αδειοδοτήσεων, οι οποίες παρουσιάζουν καθυστερήσεις.
Ο κ. Νταβιντιάν όταν κλήθηκε να σχολιάσει την ελληνική πραγματικότητα στο συνέδριο Equity Investment Forum, που διοργάνωσαν την περασμένη εβδομάδα το Χρηματιστήριο Αθηνών, το Enterprise Greece, η Ενωση Ελληνικών Εταιρειών Επιχειρηματικών Κεφαλαίων (HVCA), το Ταμείο Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας (TANEO Α.Ε.) και το Δίκτυο ΠΡΑΞΗ, συντονιστής του Enterprise Europe Network – Hellas, ανέφερε χαρακτηριστικά:
«Δεν έχουμε κάνει πολύ μεγάλες επενδύσεις στην Ελλάδα γιατί είμαστε ακόμη στο στάδιο όπου… προσπαθούμε να επενδύσουμε! Οι κλάδοι των υποδομών και του τουρισμού είναι αυτοί που μας ενδιαφέρουν περισσότερο στη χώρα, ωστόσο ειδικά για το κομμάτι του τουρισμού το μεγαλύτερο ζήτημα που αντιμετωπίζουμε, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, είναι η έλλειψη projects, ιδιαίτερα για τις περιπτώσεις που κυνηγάμε εμείς και είναι άνω των 50 εκατ. ευρώ. Στην Ελλάδα της κρίσης, θεωρητικά όλα πωλούνται και τίποτα τελικά δεν πωλείται γιατί οι τιμές είναι πολύ υψηλές. Ο ιδανικός επενδυτής για τον Ελληνα ξενοδόχο είναι κάποιος που έρχεται, δίνει πολλά λεφτά και παίρνει μόνο το 25% της εταιρείας!».
Η επένδυση στην Κασσιόπη
Την ελληνική πραγματικότητα σχολίασε στο ίδιο συνέδριο και ο κ. Ανδρέας Σάντης, επικεφαλής της NCH Capital, με περιοχή ευθύνης την Ελλάδα και τα Δυτικά Βαλκάνια. H ΝCH ιδρύθηκε το 1993 στη Νέα Υόρκη και επενδύει στο real estate, στην πρωτογενή παραγωγή και το private equity.
«Είναι χιλιοειπωμένο, αλλά παραμένει τελικά πολύ σημαντικό για έναν επενδυτή: πέρα από ένα οικονομικά και επενδυτικά ασφαλές περιβάλλον και ένα σταθερό φορολογικό σύστημα, στοιχεία που είναι απαραίτητα, θα πρέπει η Ελλάδα να ξεφύγει από τα «θα» και να μπει στο στάδιο της υλοποίησης. Ο επενδυτής δεν θα πρέπει να στηρίζεται στο ποιον ξέρει και πόσο καλά τον ξέρει, αλλά να μπορεί να έχει ένα σταθερό χρονοδιάγραμμα το οποίο θα γνωρίζει ότι είναι σε θέση να τηρήσει. Οταν το 2012 η NCH αποφάσισε να επενδύσει στην Ελλάδα, πολλοί θεώρησαν ότι τη δεδομένη συγκυρία ήταν μια τρέλα, ωστόσο η απόφαση ελήφθη με το σκεπτικό ότι η χώρα είναι ένας ιδιαίτερα ελκυστικός προορισμός ειδικά για τον τουριστικό τομέα. Θεωρούσαμε ότι η επένδυση στην Κασσιόπη θα μπορούσε να προχωρήσει γρήγορα γιατί δεν χρειαζόμαστε τραπεζική χρηματοδότηση, ωστόσο ακόμη περιμένουμε. Χωρίς άμεσες ξένες επενδύσεις δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη. Η NCH αποφάσισε να ακολουθήσει τις διαδικασίες του ΤΑΙΠΕΔ, θεωρώντας ότι θα ήταν πιο ασφαλής η επένδυση και σαφώς πιο γρήγορη η αδειοδότηση του έργου ώστε να επιταχυνθούν οι διαδικασίες», ανέφερε ο κ. Σάντης.
Αυτό, ωστόσο, στη συνέχεια διαψεύστηκε αν ληφθούν υπόψη τα προσκόμματα που αντιμετώπισε ο όμιλος με προσφυγές κατά της ιδιωτικοποίησης φορέων της Κέρκυρας στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπου υποστήριζαν ότι τμήματα της έκτασης αποτελούσαν αιγιαλό και δάσος, με αντιδράσεις περιβαλλοντικών παραγόντων και επίσης προσφυγές που ανέφεραν ότι στην περιοχή βρίσκουν καταφύγιο σπάνια είδη και κινδυνεύει το οικοσύστημα.
Τέλος, υπήρξαν φωνές που έθεταν θέμα εθνικής ασφάλειας για τη μετεγκατάσταση του ναυτικού οχυρού από το επίμαχο ακίνητο κ.ά.
Η κατάσταση που αντιμετώπισαν οι επενδυτές εν προκειμένω δικαιολογεί πλήρως την άποψη ότι τα δημόσια ακίνητα θα πρέπει να παραδίδονται «καθαρά», κάτι το οποίο δεν έχουν πάψει να προτάσσουν όλα αυτά τα χρόνια προς όλες τις κατευθύνσεις στελέχη των κλάδων των ακινήτων και του τουρισμού. Την ίδια άποψη διατύπωσε μόλις την περασμένη εβδομάδα και ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ Στέργιος Πιτσιόρλας. «Θα ήταν μεγάλη τομή αν το νέο Υπερταμείο που περιλαμβάνεται στις υποχρεώσεις της ελληνικής κυβέρνησης για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, όπως προβλέπει η συμφωνία με τους εταίρους, μπορούσε να βγάλει προς τα έξω πλήρως αδειοδοτημένα έργα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ.
Μετά το πράσινο φως από το ΣτΕ, η επένδυση που, κατά τις εκτιμήσεις, μπορεί να φτάσει τα 120 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία, σε πρώτη φάση, πεντάστερης μονάδας και εν συνεχεία τουριστικών κατοικιών, βρίσκεται στο στάδιο των αδειοδοτήσεων. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΤΑΙΠΕΔ, η διαδικασία για την ολοκλήρωση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης θα προχωρήσει στο προσεχές διάστημα μέσω του Κεντρικού Συμβουλίου Διοίκησης για την Αξιοποίηση της Δημόσιας Περιουσίας.
«Με βάση τα σημερινά δεδομένα και αν ολοκληρωθούν οι αδειοδοτικές διαδικασίες, όπως υπολογίζουμε, θεωρούμε ότι η πρώτη φάση του έργου, που περιλαμβάνει το ξενοδοχείο και τις βασικές υποδομές, θα μπορούσε να λειτουργήσει το 2018 και η δεύτερη φάση -με τις κατοικίες- να ολοκληρωθεί στη συνέχεια εντός διετίας. Αυτό το οποίο θέλουμε να υπογραμμίσουμε είναι ότι η πρότασή μας θα αναβαθμίσει περαιτέρω το τουριστικό προϊόν της Κέρκυρας και θέλουμε να έχουμε μαζί και τους τοπικούς φορείς», αναφέρει στο «b.s.» ο κ. Σάντης.
Η ταλαιπωρία, πάντως, που έχει υποστεί η NCH Capital φαίνεται ότι δεν είναι αρκετή ώστε ο όμιλος, που διαχειρίζεται σήμερα πάνω από 3,4 δισ. δολάρια μέσω ενός δικτύου εννέα περιφερειακών γραφείων (εκτός των κεντρικών της Νέας Υόρκης), σε Ανατολική Ευρώπη, Ρωσία και Βραζιλία, να εγκαταλείψει την προσπάθεια να διεκδικήσει μεγαλύτερο μερίδιο στον κλάδο του τουρισμού στην Ελλάδα. Στο πλαίσιο αυτό, όπως πληροφορείται το «b.s.», πραγματοποιούνται συζητήσεις για ακόμη ένα έργο με μεικτή τουριστική χρήση -ξενοδοχείο και οικιστικό κομμάτι (όχι πάντως από τα ακίνητα του Δημοσίου που διαχειρίζεται το ΤΑΙΠΕΔ) – ενώ ο όμιλος φαίνεται να παρακολουθεί στενά και την ανοδική πορεία του τουρισμού της Αθήνας.
Σημειωτέον ότι ειδικά στο κομμάτι του real estate, που αποτελεί βασικό τομέα δραστηριοποίησής της, η NCH Capital μέσω των funds που διαχειρίζεται έχει πάνω από 450.000 τ.μ. εμπορικών και οικιστικών χώρων και πάνω από 28 εκατομμυρίων τ.μ. γης προς ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, και συγκεκριμένα στην Ελλάδα, στην Αλβανία, στη Βουλγαρία, στην Κροατία, στη Λετονία, στη Μολδαβία, στο Μαυροβούνιο, στη Ρουμανία, στη Σερβία και την Ουκρανία. Για τη χώρα μας, εκτός του τουριστικού κλάδου, στο πεδίο του επενδυτικού ενδιαφέροντος του ομίλου εντάσσεται και ο χρηματοοικονομικός κλάδος.
Στην Κέρκυρα, η συνολική έκταση του ακινήτου που παραχωρήθηκε για περίοδο 99 ετών στην NCH μέσω του ΤΑΙΠΕΔ, με οικονομικό αντάλλαγμα 23 εκατ. ευρώ, είναι περίπου 490 στρέμματα. Από το σύνολο της έκτασης πάνω από τη μισή αποτελεί ιδιωτική δασική έκταση, ενώ υπάρχει και μια μικρή φυσική λίμνη. Το ακίνητο έχει μια ακτογραμμή μήκους περίπου 725 μέτρων, ενώ η δόμηση που προβλέπεται με βάση τη στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων αφορά το 7% του ακινήτου.
ΠΑΛΙΟΥΡΙ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ
Η επένδυση στο Παλιούρι της Dimera Group, του ομίλου του Ιβάν Σαββίδη, αφορά τη δημιουργία ενός μοναδικού για την Ελλάδα health resort. Ο αρχικός προϋπολογισμός ήταν 80 εκατ. ευρώ και αφορούσε την αξιοποίηση 322 στρεμμάτων σε ένα σύνολο δημόσιας έκτασης άνω των 2.000 στρεμμάτων. Τα κεφάλαια της επένδυσης αφορούν στην ανάπτυξη κατοικιών και ξενοδοχειακών υποδομών, μεταξύ των οποίων και η ανακαίνιση και λειτουργία του «Ξενία» Παλιουρίου, που παραχωρείται για 99 έτη
στον επενδυτή.
ΚΑΣΣΙΟΠΗ ΚΕΡΚΥΡΑΣ
Η επένδυση, που μπορεί να φτάσει τα 120 εκατ. ευρώ, περιλαμβάνει τη δημιουργία πεντάστερης μονάδας και εν συνεχεία τουριστικών κατοικιών. Η συνολική έκταση του ακινήτου που παραχωρήθηκε για περίοδο 99 ετών στην NCH μέσω του ΤΑΙΠΕΔ, με οικονομικό αντάλλαγμα 23 εκατ. ευρώ, είναι περίπου 490 στρέμματα. Από αυτά, πάνω από τα μισά είναι ιδιωτική δασική έκταση, ενώ υπάρχει και μια μικρή φυσική λίμνη.
www.toxrima.gr
200 εκατ. ευρώ για επενδύσεις παραμένουν παγωμένα
Reviewed by Σπύρος Μέγγουλης
on
1:11 μ.μ.
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια: